Παγωνιά

Στο πεζοδρόμιο με κοιτούν
τα παγωμένα δέντρα –
φτωχά πολύ είναι τα γκρίζα φύλλα τους

Παγωνιά

Ταξί!
Πήγαινέ με εδώ πιο κάτω, στην Ομόνοια,
σ’εκείνο το μπαρ που χορεύουν νέγρες –
ολόγυμνες Θεές της νύχτας,
κι έχουν μπρος στα μάτια τους
μια στήλη από καπνό ζεστό
όταν οι διεσταλμένες κόρες των θαμώνων,
τρυπούν τα σκέλια τους

Παγωνιά

Οδηγέ!
Θέλω να σου μιλήσω για ένα άστρο πίκρας,
που τέλειωσε μέσα μου την τροχιά του –
καθώς κυλάμε στους δρόμους
να σου μιλώ για ένα όνειρο πηχτό από σκοτάδι
κι απ’τις χλωμές εναλλαγές
των τελευταίων πόθων

Να! Εδώ είναι το μπαρ με τις νέγρες…
η αξία του ποτού μόνο λίγα κέρματα!
Φτηνό πολύ είναι το όνειρο
στην παγωνιά του δρόμου…

μας καταπίνει η ζωή, οδηγέ –
στον πάτο κάθε ποτηριού
βγάζει τη γλώσσα της!

© Μανώλης Μεσσήνης